- αμυγδάλη
- Ονομασία τριών οικισμών.
1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 26 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αγιάς του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λακέρειας.
2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 600 μ., 103 κάτ.) του νομού Καρδίτσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μουζακίου.
3. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 820 μ., 103 κάτ.) του νομού Ηλείας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λαμπείας.
* * *ἀμυγδάλη, η (Α)1. αμύγδαλο2. το κουκούτσι.[ΕΤΥΜΟΛ. < Ξένη λ. άγνωστης προελεύσεως. Πιθ. από εβρ. meged’ ēl ή magdi’ ēl «πολύτιμο δώρο απ’ το Θεό». Η λατ. λ. amygdala (και amidula, amyndala, amandula) αποτελεί δάνειο από την Ελληνική. Από τους τύπους τής Λατινικής προήλθαν τα γαλλ. amande, γερμ. Mandel, αγγλ. almond, ιταλ. mandorla και βενετ. mandolato «αμυγδαλωτό», από όπου το ελλην. μαντολάτο.ΠΑΡ. αρχ. ἀμυγδάλινος, ἀμυγδάλιον, ἀμυγδαλίς, ἀμυγδαλόεις, νεοελλ. αμυγδάλα.ΣΥΝΘ. αρχ. ἀμυγδαλοκατάκτης].
Dictionary of Greek. 2013.